Ο Σαλβαντόρ Νταλί (Salvador Dali), ήταν ένας από τους σημαντικότερους Ισπανούς ζωγράφους, ένας μεγαλοφυής νάρκισσος, που συνδέθηκε  με το καλλιτεχνικό κίνημα του υπερρεαλισμού. Ζωγράφος, χαράκτης, γλύπτης, σκηνογράφος, φωτογράφος, συγγραφέας, σχεδιαστής κοσμημάτων, μία πολυσχιδής και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα με ανεξάντλητο ταλέντο σε όλους αυτούς τους τομείς, σε πείσμα όλων αυτών που τον αναγνώριζαν μόνο ως ζωγράφο. Όπως έλεγε και ο ίδιος ¨στις επόμενες γενιές θέλω να αφήσω περισσότερο τα βιβλία μου, παρά τους πίνακές μου¨.

Ο Νταλί γεννήθηκε στις 11 ΜαΪου 1904 στην πόλη Φιγέρες της Ισπανίας,  σε μία εύπορη οικογένεια και ξεκίνησε να σχεδιάζει απο την ηλικία των εξι ετών. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής τα παρακολούθησε στη Δημοτική σχολή σχεδίου της πόλης και μετά τον θάνατο της μητέρας του, συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία των Τεχνών στην Μαδρίτη.

Στην Μαδρίτη πειραματίστηκε με τον Κυβισμό και ήλθε σε επαφή με το ριζοσπαστικό κίνημα του ΝτανταΪσμού, το οποίο θα επηρεάσει σημαντικά το έργο του σε όλη του την ζωή. Εκείνη την εποχή συνδέθηκε επίσης φιλικά με τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και με τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, με τον οποίο αργότερα συνεργάστηκαν για τις ταινίες «Ο Ανδαλουσιανός Σκύλος» που προκάλεσε σοκ και πολλά σχόλια και  «Η Χρυσή Εποχή» άλλο ένα σκάνδαλο για τον μεγάλο εκκεντρικό. Το 1926 λίγο πριν από τις τελικές εξετάσεις, αποβάλλεται απο την ακαδημία καθώς δηλώνει πως κανένας από τους καθηγητές του δεν είναι άξιος να τον κρίνει.

Αμέσως μετά πηγαίνει στο Παρίσι, όπου συναντά τον Πικάσο, γνωρίζει τον Πολ Ελυάρ, γνωρίζεται με τους ΝτανταΪστές και τους Σουρεαλιστές και εντάσσεται στο κίνημά τους, αρχίζοντας να φτιάχνει μη ορθολογικές εικόνες, επιδιώκοντας την διερεύνηση του ασυνειδήτου και την απελευθέρωση της φαντασίας, με την απουσία κάθε ελέγχου από την λογική.   Εκέινη την περίοδο γνωρίζει και την γυναίκα των ονείρων του, την Γκαλά η οποία σημάδεψε την ζωή του μέχρι το τέλος. Ο ίδιος έλεγε για αυτήν ¨Αγαπώ την Γκαλά περισσότερο από την μητέρα μου, περισσότερο από τον πατέρα μου, περισσότερο από τον Πικάσο και ακόμη περισσότερο από το χρήμα. Στην Γκαλά οφείλω πάνω από όλα την πεποίθηση ότι δεν είμαι τόσο μέτριος όσο νόμιζα¨.

Η έκθεση και ο πίνακάς του «Εμμονή της μνήμης» το 1931, που απεικονίζει τα περίφημα ρευστά ρολόγια του, σαν μία αλληγορία του ρευστού χρόνου, είναι ίσως το πιό διάσημο σουρεαλιστικό έργο του, που τον καθιέρωσε. Αρχίζει να ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, όπου όμως και αν εμφανιζόταν διάλεγε να είναι εκκεντρικός. Το 1940 πηγαίνει στην Νέα Υόρκη όπου ασχολείται με τα μεγάλα θέματα της δυτικής παράδοσης και οι εκθέσεις που έκανε είχαν όλες μεγάλη επιτυχία. Ξεκίνησε επίσης να σχεδιάζει κοσμήματα, όπως το λιωμένο ρολόι που είχε τόσο μεγάλη απήχηση στην Ευρώπη και διακοσμητικά αντικείμενα, όπως το τηλέφωνο αστακό και πολλά πορτρέτα των πιο πλουσίων και διάσημων Αμερικανών. Το 1942 εκδίδει το μυθιστόρημα- βιογραφία του «Η Μυστική ζωή του Σαλβαντόρ Νταλί» που το έγραψε ο ίδιος και το μυθισόρημα «Κρυμμένα πρόσωπα».

Το 1948 γυρίζει στην Ισπανία και ξεκινά να ζωγραφίζει έργα που έχουν θρησκευτικό χαρακτήρα, «Ο Χριστός του Αγιου Ιωάννη του Σταυρού» το 1951, «Μυστικός Δείπνος» το 1955, οπότε ξεκινά η εμμονή του με ένα άλλο σύμβολο, τον ρινόκερο. «Προσωπογραφία της Γκαλά με ρινοκερικά συμπτώματα» και «Ρινοκερική ανατριχίλα». Το 1964 παρασημοφορείται με τον Μεγάλο Σταυρό της Ισαβέλλας της Καθολικής και δημοσιεύει την συνέχεια της βιογραφίας του μέ τίτλο «Το Ημερολόγιο μιας Ιδιοφυίας». Την περίοδο 1960-1974 εργάστηκε σχεδόν αποκλειστικά για την δημιουργία του Θεάτρου – Μουσείου Γκαλά – Σαλβαντόρ Νταλί στο Φιγέρες.

Το 1982 η Γκαλά πεθαίνει και ο Νταλί κατέρρευσε. Παθαίνει κατάθλιψη κλείνεται στον Πύργο του και δεν ζωγραφίζει πιά. Πέθανε στις 23 Ιανουαρίου 1989  από καρδιακό επεισόδιο και ο  τάφος του βρίσκεται μέσα στο Μουσείο του στο Φιγέρες.