Γράφει ο Δημήτριος Ι. Αμανατίδης

Αναμφίρρηστα, οι δεκαετίες που διανύσαμε στο μεταίχμιο της αλλαγής των αιώνων δεν χαρακτηρίσθηκαν ως οι καλύτερες για τη βιωσιμότητα του κλασικού τρόπου ένδυσης. Ο οδοστρωτήρας της casualoποίησης σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα του από εργασιακούς χώρους έως τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης κονιορτοποιώντας σχεδόν το κλασικό πρότυπο που επικράτησε (με ορισμένες παραλλαγές) επί δεκαετίες. Σε αυτό το άρθρο επιχειρείται η προσέγγιση της κοινωνιολογικής διάστασης του θέματος με την σταχυολόγηση των σημαντικότερων αιτιών που οδήγησαν σε αυτή την κατεύθυνση. Αρκεί μία οπτική παρατήρηση στους καθημερινούς δρόμους και θα καταλάβει κανείς ότι το ανδρικό ντύσιμο δεν διανύει περιόδους παχέων αγελάδων, αντίθετα βρίσκεται περιδινισμένο σε συνεχή καθοδική πορεία όσον αφορά σε όρους ποιότητας και κομψότητας. Πού όμως οφείλεται αυτό το φαινόμενο και είναι δυνατό να αντιστραφεί;

Πρώτον, για να δοθεί απάντηση στο άνω ερώτημα, κρίνεται απαραίτητη μία ανασκόπηση της απώτατης παγκόσμιας μεταπολεμικής περιόδου. Ήδη από τη δεκαετία του ‘60 στο Δυτικό κόσμο η νέα γενιά που ήλθε στο προσκήνιο, έφερε μαζί της και έναν αέρα αμφισβήτησης της καθεστηκυίας τάξης μέσω διαφόρων επαναστάσεων, ένας κλάδος των οποίων αφορούσε και τον ενδυματολογικό τομέα. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, η αύξηση των ατομικών ελευθεριών, η εξάπλωση της μετάδοσης της εικόνας στα νοικοκυριά μέσω της τηλεόρασης, η ταχύτερη οικονομική χειραφέτηση των νεολαίων από τους γονείς του, η μαζική διασκέδαση, η σαρωτική επέλαση της pop κουλτούρας μέσω της μουσικής πιο αργότερα, η συνεπαγόμενη αμφισβήτηση της εξουσίας καθώς και ένα σωρό άλλοι παράγοντες συνέβαλαν καθοριστικά στην αρχή της στροφής της ένδυσης εν γένει προς μία κατεύθυνση η οποία χαρακτηριζόταν ρηξικέλευθη σπάζοντας τα κοινωνικοοικονομικά δεσμά του παρελθόντος. Πρώτο θύμα αυτής της νέας τάσης υπήρξε το καπέλο και μετά ακολούθησε στωϊκά το όλο outfit δηλ. το κοστούμι και η γραβάτα τα οποία θεωρήθηκαν απαρχαιωμένα σύμβολα μίας παλαιάς καταπιεστικής αστικής τάξης. Η νέα αναδυόμενη αντίστοιχη τάξη σαφώς εμφορημένη από ιδέες φιλελευθερισμού και προοδευτισμού οι οποίες κυοφορούνταν σε πλείστους χώρους συνάθροισης όπως π.χ. πανεπιστήμια και χώροι συγκέντρωσης και διασκέδασης θεώρησε ότι έπρεπε να αποβάλει από πάνω της όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία του παλαιάς γενεάς και να διαμορφώσει μία δική της μοναδική της ταυτότητα σφυρηλατημένη από καινούργιες ιδιότητες παντελώς άσχετες με αυτές της παλαιάς.

Οι εξελίξεις αυτές δεν άφησαν ανεπηρέαστη την Ελλάδα η οποία ως αναπόσπαστο κομμάτι της Δύσης τις ακολουθούσε και ενσωμάτωνε στο εσωτερικό της. Έτσι, ειδικότερα από τη μεταπολίτευση και μετά έγινε όλο και περισσότερο εμφανής η νέα αυτή τάση της μόδας. Το κοστούμι σταδιακά υποχώρησε από την ανδρική γκαρνταρόμπα και μετατράπηκε σε επιλογή μόνο για ειδικές περιστάσεις. Οι εργασιακοί χώροι από γραφεία έως μικρομεσαίες επιχειρήσεις υιοθέτησαν στην πλειοψηφία τους ένα πιο «χαλαρό» στυλ ένδυσης εναρμονιζόμενο με τις ανάγκες για πρακτικότητα και προσαρμοστικότητα στις απαιτήσεις του σύγχρονου γρήγορου τρόπου ζωής.

Αναμφίβολα, μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξαν και οι εσωτερικές οικονομικές εξελίξεις στη Χώρα οι οποίες συμπαρέσυραν δυστυχώς και τις αντίστοιχες σε κοινωνικό επίπεδο. Η αποδόμηση του πρωτογενούς τομέα σε συνδυασμό με τη γιγάντωση του αντίστοιχου δημοσίου συνέβαλαν τα μέγιστα στην ηθική μετάλλαξη του μέσου πολίτη. Πιο συγκεκριμένα, ο κανόνας που επικράτησε στην πολιτικοοικονομική ζωή της Χώρας έτεινε να είναι η αναξιοκρατία, νεποτισμός και διαφθορά. Η κατάληψη θέσεων στο Δημόσιο χωρίς αξιοκρατικά κριτήρια έφερε στο προσκήνιο μία νέα τάξη η οποία δημιούργησε μία νέα θεώρηση του κόσμου. Το γεγονός αυτό πρέπει να ορρωθεί συνδυαστικά με την εξάπλωση του δημόσιου τομέα σε δυσθεώρητα μεγέθη για τα δεδομένα της Ελλάδας κάτι το οποίο ενίσχυσε την θέση τους ως μία ομάδας με επιρροή και εξουσία στο υπόλοιπο της κοινωνίας. Από την άλλη πλευρά, ο μαρασμός του επιχειρηματικού κόσμου και η με γοργούς ρυθμούς εκβιομηχάνιση της Χώρας συνέτειναν στην κατάρρευση του παλαιού αξιακού συστήματος το οποίο υποστηριζόταν από ανθρώπους με συντηρητικό υπόβαθρο και έτσι, η επιρροή αυτών στην κοινωνία μειώθηκε σημαντικά. Ο συνδυασμός αυτών των φαινομένων επηρέασε σαφώς και τις νεότερες γενιές οι οποίες πλέον γαλουχήθηκαν με διαφορετικά πρότυπα τόσο ηθικά όσο και, πιο εμφανώς, οπτικά. Ορισμένοι συλλογισμοί που έκαναν το γύρο της κοινής γνώμης και που σταδιακά απέκτησαν πρωτεύουσα σημασία στο συλλογικό υποσυνείδητο εντοπίζονται στο ότι είτε δεν χρειαζόταν, για παράδειγμα, να φοράει απαραίτητα κάποιος  κοστούμι για να εντυπωσιάσει τον μέλλοντα εργοδότη του ή να προσελκύσει πελάτες στην επιχείρηση του αφού είτε μπορούσε να στηριχθεί ανώδυνα και ακούραστα στις πελατειακές σχέσεις προκειμένου για επαγγελματική αποκατάσταση και ανέλιξη είτε, λόγω του δημιουργηθέντος ρεύματος casualoποίησης στην κοινωνία περιχαρακωνόταν πίσω από τον διαμορφωμένο κονφορμισμό φοβούμενος πλέον μην χαρακτηρισθεί «δεινόσαυρος», ξεχωρίσει αρνητικά από τη μάζα και απωλέσει πελατεία.

Σε αυτό το σημείο, εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς γιατί παρατηρήθηκε αυτό το φαινόμενο αφού οι πελατειακές σχέσεις υπήρχαν ανέκαθεν τόσο στην Ελλάδα όσο και τον υπόλοιπο κόσμο σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Η ειδοποιός διαφορά στη συγκεκριμένη περίπτωση έγκειται στη βαθύτατη επίδραση τόσο των κοινωνικοοικονομικών εξελίξεων που επέφερε η άνοδος του βιοτικού επιπέδου από τη δεκαετία του ‘60 και μετά με την μεγάλης κλίμακας καθέλκυση των μαζών από την ένδεια και τη δημιουργία της μικρομεσαίας τάξης καθώς και των αντίστοιχων τεχνολογικών με επιστέγασμα την 3η Βιομηχανική Επανάσταση σε αυτήν του ‘90. Αναντίρρητα, αυτοί οι προσδιοριστικοί παράγοντες μετάλλαξαν άρδην τη γενικότερη εικόνα της κοινωνίας και επηρέασαν αντανακλαστικά και τον τομέα της κλασικής ένδυσης. Οι νεώτερες γενιές, σε συνδυασμό με την προαναφερθείσα επαναστατική τάση, διαμόρφωσαν μία νέα ενδυματολογική κουλτούρα σε όλο το φάσμα της κοινωνικής και επαγγελματικής ζωής τους σαφώς πιο απλοποιημένη και αθλητικοποιημένη καθώς ήθελαν αυτή να απηχεί τον δικό τους τρόπο έκφρασης επιβάλλοντας αυτόν τον κανόνα, με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο, σε όλα σχεδόν τα στρώματα της κοινωνίας.

Μολαταύτα, όλα αυτά τα φαινόμενα συνδυαστικά δημιούργησαν βαθύτατη κρίση η οποία εδώ και μία δεκαετία βιώνεται και μεταφράζεται πρωτίστως ως οικονομική ενώ στην πραγματικότητα έχει ηθικές ρίζες και διαστάσεις. Ο εγκιβωτισμός σε λογικές ισοπεδωτικού εξισωτισμού και η πλήρης καταρράκωση των κοινωνικοηθικών νορμών κομμάτι του οποίου αποτελεί και ο ενδυματολογικός τομέας, μόνο αρνητικά αποτελέσματα είχε και κάθε άλλο παρά επωφελής υπήρξε για τη Χώρα.

Μολαταύτα, διατηρήθηκαν, ευτυχώς ορισμένοι θύλακες αντίστασης από ανθρώπους με αυξημένα αντανακλαστικά οι οποίοι εννόησαν πρόωρα τις καταστροφικές επιπτώσεις αυτής της σαρωτικής αλλαγής και αντιτάχθηκαν στην υπόκυψη στη νέα κουλτούρα. Συχνά πυκνά, παρατηρείται μία τάση αντιστροφής με ενδυματολογικές επιλογές που θυμίζουν τις προηγούμενες εποχές ως στοιχείο και έκφραση αντίστασης στην ηθικοκοινωνική κρίση και κατάπτωση που βιώνεται τη σήμερον εποχή. Αυτό το φαινόμενο λειτουργεί αντίρροπα και αποτελεί ένα πρώτο σημάδι κοινωνικής αυτοκάθαρσης και σταδιακής βελτίωσης. Το κλασικό ανδρικό ένδυμα δειλά δειλά επιστρέφει, προσαρμοσμένο, βέβαια, στις ανάγκες της μοντέρνας εποχής, εμφανώς επηρεασμένο από τα αποδομητικά στρώματα μεταλλάξεων των προηγούμενων δεκαετιών. Έστω και με αυτό τον τρόπο, ένα κομμάτι της κοινωνίας δείχνει να συνειδητοποιεί βαθύτερα τη σημασία του κλασικού στην ένδυση του ως ένα σημείο αναφοράς στο οποίο πρέπει κάποιος να επιστρέφει προκειμένου να ανεύρει χαμένες παραδοσιακές αξίες και να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του ως ένα υγιές κομμάτι του κοινωνικού συνόλου το οποίο εμμένει στα παλαιά καλά και δοκιμασμένα ήθη μη επηρεαζόμενο τόσο από την καταστροφική λαίλαπα των αντίστοιχων νεώτερων (ηθών) όσο και των αρνητικών επιπτώσεων αυτών.

Θα μπορούσε με περισσή βεβαιότητα να ειπωθεί ότι το μέλλον του κλασικού ενδύματος διαγράφεται αισιόδοξο καθώς αυτή η αντιστεκόμενη κοινότητα ολοένα και διευρύνεται. Στην εδραίωση αυτής της τάσης συμβάλλει και η εξάπλωση της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (social media) όπου  μέσα από groups και hashtags δημιουργούνται συμπαγείς κοινότητες κοινού ενδιαφέροντος (niches) οι οποίες συσπειρώνουν γύρω τους τους ανάλογους ανθρώπους οι οποίοι αλληλεπιδρούν ανταλλάσσοντας απόψεις και ιδέες συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην προώθηση τους.

Σίγουρα, οι άνθρωποι πρέπει να αποκτήσουν ένα βαθύτερο τρόπο σκέψης και να μην επηρεάζονται από μαζικές τάσεις και εφήμερες μόδες όσο και αυτές να εκτείνονται χρονικά. Πρέπει να κατανοήσουν ότι ήθη και ένδυμα συμβαδίζουν, σε μεγάλο βαθμό, χέρι χέρι επενεργώντας ως συγκοινωνούντα δοχεία. Σαφώς και υπάρχουν εξαιρέσεις όπου ορισμένα άτομα απλά είτε λόγω προσωπικότητας είτε λόγω επαγγέλματος δεν δύνανται να συμβαδίσουν με τις επιταγές του κλασικού ντυσίματος και αυτό είναι δεκτό και κατανοητό. Μολαταύτα, τα γενικότερα ήθη και οι νόρμες πρέπει να τηρούνται ευλαβικά και να μην γίνεται προσπάθεια κατάρριψης και καταβαράθρωσης αυτών.