Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ ο άρχοντας του μυστηρίου, ο μαέστρος του τρόμου, ο κορυφαίος σκηνοθέτης και ο χαρακτηριστικότερος εκπρόσωπος της έβδομης τέχνης, ήταν Άγγλος με επιτυχημένη καριέρα αρχικά  στον Βρετανικό Κινηματογράφο  και κατόπιν στο Χόλιγουντ. Ο Χίτσκοκ προτάθηκε συνολικά πέντε φορές για Όσκαρ σκηνοθεσίας, το 1941 (Ρεβέκκα), το 1945 (Στον ίσκιο του θανάτου), το 1946 (Νύχτα Αγωνίας), ΤΟ 1955 (Σιωπηλός Μάρτυς) και το 1961 (Ψυχώ), αλλά δεν κέρδισε ποτέ. Η Ακαδημία το 1968 αναγνωρίζοντας το λάθος της, του απένειμε ένα τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο της προσφοράς του, στον χώρο της έβδομης Τέχνης, κατατάσσοντας τον στους κορυφαίους δημιουργούς της παγκόσμιας κινηματογραφικής βιομηχανίας.

Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1899 στο Ιστ Εντ του Λονδίνου και ξεκίνησε να δουλεύει σε κινηματογραφικό στούντιο του Λονδίνου το 1920, σχεδιάζοντας τους τίτλους αρχής για τις ταινίες του στούντιο. Ύστερα από δύο χρόνια κατάφερε να πραγματοποιήσει το όνειρό του, αντικατέστησε τον σκηνοθέτη της ταινίας «Always Tell Your Wife» και ολοκλήρωσε την ταινία με μεγάλη επιτυχία. Η πρώτη του ουσιαστικά ταινία ως σκηνοθέτης ήταν ο «Αριθμός 13» που κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες το 1922.

Στη συνέχεια πήγε στην εταιρεία Gainsborough Pictures, ως σεναριογράφος και σχεδιαστής τίτλων και εκεί το 1925 ξεκίνησε την καριέρα του ως σκηνοθέτης με  την ταινία «The Pleasure Garden», η οποία παρά την παταγώδη εμπορική της αποτυχία, σηματοδότησε το ξεκίνημα μιας επιτυχημένης δεκαετίας με ταινίες όπως, τα «39 Σκαλοπάτια» το 1935, «Ο Άνθρωπος που ήξερε πολλά» το 1934, «Σαμποτάζ» το 1936, «Η Κυρία εξαφανίζεται» το 1938 και «Η Ταβέρνα της Τζαμάικα» το 1939. Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου αποφάσισε να μετακομίσει μόνιμα στην Αμερική και έτσι ξεκίνησε η «Αμερικάνικη Περίοδος».

Στην Αμερική τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα για τον Χίτσκοκ, καθώς οι αμερικανοί παραγωγοί θεωρούσαν πως το βρετανικό σινεμά του δεν είχε θέση στο Χόλιγουντ,  μέχρι που ο παραγωγός Ντέιβιντ Ο΄Σέλζνικ του πρόσφερε ένα επταετές συμβόλαιο. Η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ήταν η «Ρεβέκκα» το 1940 και για τα επόμενα 20 χρόνια γύριζε την μία ταινία πίσω από την άλλη με μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία.

«Πριν από την Θύελλα» το 1941, «Υποψίες» το 1941, «Στον Ίσκιο του Θανάτου/Ναυαγοί» το 1944, «Νύχτα Αγωνίας» το 1945, «Υπόθεση Νοτόριους» το 1946,η ταινία που ανέδειξε για πρώτη φορά την ερωτική πλευρά του σκηνοθέτη, η καλύτερη ασπρόμαυρη ταινία του για τους κριτικούς, «Υπόθεση Παραντάιν» το 1947, «Ο Βρόχος» το 1948, «Ο Άγνωστος του Εξπρές» το 1951, ένα αριστούργημα, μία ταινία κλειδί για την κατανόηση του Χιτσκοκικού έργου,  «Σιωπηλός Μάρτυς» το 1954, «Ο Άνθρωπος που γνώριζε πολλά» το 1956, «13 Εγκλήματα ζητούν Ένοχο» το 1956, «Δεσμώτης του ιλίγγου» το 1958, ένα αριστουργηματικό πολυεπίπεδο ψυχολογικό θρίλερ, που έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως η καλύτερη του ταινία, «Στη σκιά των τεσσάρων Γιγάντων» το 1959, «Ψυχώ» το 1960, η πλέον αναγνωρισμένη θρυλική χιτσκοκική ταινία με την κλασική σκηνή τρόμου που έχει στοιχειώσει τη μεγάλη οθόνη, «Τα Πουλιά» το 1963, μία ταινία με πρωτοποριακά για την εποχή εφέ, «Μάρνι» το 1964, το αριστούργημα του, «Φρενίτις» το 1972 και τέλος «Οικογενειακή συνωμοσία» το 1976.

Στις ταινίες του πρωταγωνίστησαν οι πιο διάσημοι ηθοποιοί της εποχής Τσαρλς Λότον, Λόρενς Ολιβιέ, Τζέιμς Στιούαρτ, Κάρι Γκραντ, Γκρέγκορι Πεκ, Χένρι Φόντα, Σον Κόνερι, Μοντγκόμερι Κλιφτ, Πολ Νιούμαν, Τζόαν Φοντέιν, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Μάρλεν Ντίτριχ, Γκρέις Κέλι, Κιμ Νόβακ, Τζάνετ Λι, Ντόρις Ντέι, Βέρα Μάιλς και η Τίπι Χέντρεν. Ήταν υπερβολικά τελειομανής οδηγώντας πολλές φορές τους ηθοποιούς του στα άκρα. Η εμμονή του δε με την τιμωρία των ΄κακών΄ γυναικών οδήγησε πολλούς θεωρητικούς να γράψουν ότι ο Χίτσκοκ ήταν μισογύνης.

Από το 1977 ο Χίτσκοκ σκηνοθετούσε όλο και πιο σποραδικά, χαρακτηριστικό δε της τελειομανίας του, είναι το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε δουλεύοντας πάνω σε ένα μόνο φιλμ το «The Short Night», το σενάριο του οποίου δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Πέθανε στις 30 Απριλίου του 1980 στο Λος Άντζελες και μετά τον θάνατό του ο κινηματογράφος έχασε έναν από τους μεγαλύτερους ευφυέστερους και απολαυστικότερους σκηνοθέτες της ιστορίας του.