Ο Μολιέρος, ψευδώνυμο του Ιωάννη Βαπτιστή Ποκελέν, ήταν Γάλλος θεατρικός συγγραφέας, ηθοποιός και παράγοντας του θεάτρου. Υπήρξε ο δημιουργός της «Υψηλής Κωμωδίας», που έθεσε τα θεμέλια της ρεαλιστικής δραματουργίας και έφερε την κωμωδία σε ίση θέση με την τραγωδία. Συνδυάζοντας τις καλύτερες παραδόσεις του γαλλικού λαικού θεάτρου με προοδευτικές ουμανιστικές ιδέες, κληρονομημένες απο την Αναγέννηση και εφαρμόζοντας τις αρχές του κλασικισμού, δημιούργησε ένα νέο είδος κωμωδίας, που αποκάλυπτε τις κοινωνικές αδικίες και την υποκρισία  των ευγενών της αστικής κοινωνίας.

Ο Μολιέρος γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1622 στο Παρίσι και ήταν γιός ενός εμπόρου υφασμάτων, ο οποίος ήταν ο βασιλικός διακοσμητής. Φοίτησε σε ένα Ιησουίτικο κολλέγιο στο Παρίσι και αφού  σπούδασε  Νομική στην Ορλεάνη έγινε δικηγόρος,  παρόλο που ο πατέρας του τον προόριζε για θαλαμηπόλο του Βασιλιά. Το 1642  γνώρισε μία ηθοποιό την Μαντλέν Μπεζάρ και υπακούοντας στην αγάπη του για το θέατρο, παράτησε την δικηγορία, ίδρυσε μαζί με άλλους κωμικούς έναν θεατρικό θίασο και ξεκίνησαν τις περιοδίες με επιτυχία στην Δυτική και Νότια Γαλλία, γράφοντας παράλληλα και τα δικά του θεατρικά έργα.

Αρχικά ανεβάζουν τραγωδίες και τραγικωμωδίες ενσαρκώνοντας κυρίως τραγικούς ρόλους χωρίς μεγάλη επιτυχία, ενώ εκείνη την εποχή η Εκκλησία προσπαθεί να πετύχει την απαγόρευση των θεατρικών παραστάσεων των πλανόδιων θεατρικών ομάδων, οι οποίοι για να καταφέρουν να επιβιώσουν, χρειάζονται την στήριξη ισχυρών ανθρώπων. Ο Φίλιππος της Ορλεάνης, αδελφός του Βασιλιά της Γαλλίας, γίνεται ο δικός του προστάτης και ο Μολιέρος αποκτά ένα θέατρο και ξεκινά με τον θίασο του να ανεβάζει παλιές κωμωδίες άλλων συγγραφέων. Από το 1659 αρχίζει να ανεβάζει δικά του έργα ξεκινώντας με την μονόπρακτη κωμωδία «οι γελοίες κομψές κυρίες», την κωμωδία «Σγαναρέλλος ή Κατά φαντασίαν κερατάς», εντυπωσιάζοντας ακόμη και τον Βασιλιά Λουδοβίκο τον ΙΔ΄, που τον πήρε  υπό την προστασία του παρά τις αντιδράσεις και την κριτική  των ευγενών της Αυλής, οι οποίοι κατάφεραν μέχρι και να απαγορεύσουν την επίσημη παρουσίαση της κωμωδίας του «Ταρτούφος», που προκάλεσε πολλά σχόλια και ένα νέο σκάνδαλο για τον ανήσυχο δημιουργό. Το έργο παρουσιάστηκε τελικά δημόσια το 1669  χωρίς απειλές από την Εκκλησία, με πολύ μεγάλη επιτυχία και η φήμη του Μολιέρου εξαπλώθηκε σε όλη την Γαλλία.

«Το σχολείο των γυναικών», «ο αυτοσχεδιασμός των Βερσαλλιών», « ο γάμος με το στανιό», «Η Πριγκίπισσα της Ελίδας», «Δον Ζουάν ή το Πέτρινο φαγοπότι», που θίγει πάλι το θέμα της υποκρισίας, «Ο Έρωτας Γιατρός» μία κωμωδία μπαλέτο, «Ο Μισάνθρωπος» κωμωδία σε πέντε πράξεις, «Ο γιατρός με το στανιό» που σατυρίζει τις ιατρικές πρακτικές και θεωρίες της εποχής του, «Αμφιτρύων», «Ζώρζ Νταντέν ή ο αμήχανος σύζυγος», ο περίφημος «Φιλάργυρος ή το σχολείο του ψεύδους» μία κωμωδία σε πρόζα, «ο κύριος ντε Πουρσονιάκ», «οι υπεροχοι Εραστές», «Ο Αρχοντοχωριάτης» με ιδιαίτερα σατυρικό χαρακτήρα , μία τραγωδία μπαλέτο «Ψυχή», «Οι κατεργαριές του Σκαπίνου», «Η Κόμισσα του Εσκαρμπανιά», «Οι Ψευδοδιανοούμενες», «ο κατά φαντασίαν ασθενής» ένας μοναδικός συνδυασμός χορού και τραγουδιού με μεγάλη απήχηση καθώς ο Μολιέρος είναι και ο πρωταγωνιστής. Σαν ένα παιχνίδι απο την μοίρα όμως, εξαντλημένος ήδη από τις θεατρικές παραστάσεις, λιποθυμάει στο τέλος της παράστασης και  μεταφέρεται στην οικία του όπου αφήνει την τελευταία του πνοή από υπερκόπωση, στις 17 Φεβρουαρίου 1673 σε ηλικία μόλις 51 ετών.  

Αν και έφυγε νωρίς από την ζωή ο Μολιέρος παραμένει ζωντανός μέσα από τα έργα του, τα οποία έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και συνεχίζει να μας διδάσκει ότι «Όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι στα λόγια και είναι μόνο οι πράξεις στις οποίες αποκαλύπτονται διαφορετικοί».